ΟΣΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ


ΕΙΠΕ ΓΕΡΩΝ








ΟΣΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

Ἡ παρακάτω ἱστορία ἀπό τόν βίο τοῦ Ὁσίου καί Θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου θά μᾶς βοηθήση πολύ, ἀδελφοί μου, ὥστε νά κατανοήσουμε τό πῶς καί πόσο πρέπει νά ἀγαπᾶμε τόν συνάνθρωπό μας.


Ὅταν ὁ Ὅσιος Σάββας ἦταν ὑποτακτικός στό Μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Εὐθυμίου, νέος, πολύ νέος στήν ἡλικία, τοῦ εἶχαν ἀναθέσει τό διακόνημα νά ἑτοιμάζη τό ψωμί τῶν ἀδελφῶν.


Κάποια ἡμέρα ἔβρεχε πολύ καί ἕνας μοναχός ἐβράχη καί θέλησε νά στεγνώση τά ροῦχα του. Ἀφοῦ,λοιπόν,ἔβγαλε τά βρεγμένα ἱμάτιά του, τά ἔβαλε μέσα στό μεγάλο φοῦρνο γιά νά στεγνώσουν πιό σύντομα. Ὁ Σάββας δέν εἶδε, ὅτι μέσα στό φοῦρνο ἦταν τά ροῦχα καί ἄναψε φωτιά γιά νά ψήση τό ψωμί.

Ἐν τῷ μεταξύ ἦλθε καί ὁ ἄλλος μοναχός γιά νά πάρη τά ροῦχα του, ἀλλά σάν εἶδε τό φοῦρνο ἀναμμένο, λυπήθηκε πολύ μέχρι δακρύων γιατί δέν εἶχε ἄλλα ροῦχα καί κεῖνα πού φοροῦσε ἦταν δανεικά.


Βλέποντας ὁ νεαρός Σάββας τήν λύπη τοῦ ἀδελφοῦ, δέν ἔχασε καιρό. Μπῆκε στή φωτιά γιά νά μαζέψη τά ροῦχα. Καί τί θαῦμα, ἀδελφοί μου. Οὔτε τά ροῦχα του εἶχαν καεῖ, οὔτε ὁ ἁγιώτατος Σάββας ἔπαθε κάτι. Δέν τόν πείραξαν οἱ φλόγες, ὄχι μόνο γιά τήν πολλή του πίστη καί εὐσέβεια ἀλλά καί γιά τήν πολλή του ἀγάπη γιά τόν ἀδελφό του.

Σημείωσις:

Πολλοί σήμερα ἐρωτοῦν: Μέχρι ποῦ μπορεῖ νά φτάση ἡ ἀγάπη; Ἐμεῖς ἀπαντᾶμε ἐμπνεόμενοι ἀπό τήν Θυσία τοῦ Κυρίου καί τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων. Ἡ ἀγάπη φτάνει μέχρι τή Θυσία. Δέν ὑπάρχει μέτρο νά μετρήσης τήν ἀγάπη. Θυμᾶστε ἀδελφοί μου, τί λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος; «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί»(Α΄ Ἰωάννου 4,8). Δέν λέγει, ὅτι ὁ Θεός ἔχει ἀγάπη, ἀλλά ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Καί ἀλλοῦ διαβάζουμε: «Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει, ἵνα τήν ψυχήν αὐτοῦ θῇ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ...»(Α’Ἰωάννου 4,8).


Αὐτό βίωναν οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ζωή τους ἦταν καί εἶναι ἐφηρμοσμένο Εὐαγγέλιο.


Μπορεῖς, ἀδελφέ μου, νά ἀγαπήσης ἔτσι ὥστε νά μπῆς ἀκόμα καί στή φωτιά γιά τόν ἀδελφό σου; Μπορεῖς νά κάνης βίωμά σου, τό ὅτι ὁ ἄλλος εἶσαι ἐσύ; Ἔχεις τήν δυνατότητα νά κλάψης μαζί του κάνοντας τόν πόνο του δικό σου πόνο; Ἀντέχεις νά σκιρτήσης ἀπό χαρά βλέποντας τόν συνάνθρωπό σου νά χαίρεται;


Καί τοῦτος ὁ δρόμος δύσκολος. Πῶς νά φτάσω,θά εἴπης, σέ τέτοια μέτρα; Δίκηο φαίνεται νά ἔχης ἄν τά πάρης τά πράγματα μέ τήν ἀνθρώπινη λογική. Ὅμως, ἄς σταματήσουμε νά σκεπτώμεθα μόνο ἀνθρώπινα, ψυχρά λογικά, πεζά καί ἀτομικιστικά. Θά σοῦ θυμίσω κάτι πού ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος π.Ἰουστῖνος Πόποβιτς γιά νά βοηθηθῆς ἀκόμα λίγο. «Οἱ βίοι τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ ὡραιότερη Ἐγκυκλοπαίδεια γιά νά παίρνομε πολλά μαθήματα...».Τί ἦταν οἱ Ἅγιοι; Μήπως ἦταν ἐξωγήινα ὄντα; Ὄχι. Ἦταν ἄνθρωποι, ὅπως εἴμαστε καί μεῖς. Σάρκα φοροῦντες καί τόν κόσμον οἰκοῦντες. Σκέψου ὅτι αὐτοί κατάφεραν νά ξεπεράσουν τόν ἑαυτό τους καί τό ἐγωιστικό τους φρόνημα μέ πίστη καί ἀγῶνα πνευματικό. Κάθε φορά πού δυσκολεύεσαι, λέγε: «Τί θά ἔκανε ἕνας Ἅγιος στή θέση μου;» καί πρᾶξε καί σύ τό ἴδιο.


Ἀλλά καί κάτι ἀκόμη θά σοῦ πῶ γιά νά σέ βοηθήσω. Ὅταν τό διάβασα, αὐτό πού θά σοῦ πῶ στήν συνέχεια γιά πρώτη φορά, θεώρησα ὅτι ἦταν ὑπερβολή. Ὕστερα ὅμως ἀπό προσπάθεια πολλή καί μελέτη καί ἀγῶνα πνευματικό κατάλαβα ὅτι ἦταν ἐφαρμόσιμο.

· Περπατοῦσε ἕνας ἄνθρωπος, Ἀσκητής, στό δρόμο μιᾶς μεγάλης πόλης. Εἶχε κατέβη γιά δουλειές, σταλμένος ἀπό τόν Γέροντά του. Σέ μιά γωνιά τοῦ δρόμου εἶδε ἕναν ἄνθρωπο λεπρό, νά ζητιανεύη. Τότε ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μή δυνάμενος νά κάνη τίποτε ἄλλο, σήκωσε τά μάτια του στό Θεό καί προσευχήθηκε. «Θεέ μου μακάρι νά μοῦ ἔδινες τό σῶμα τοῦ ἀρρώστου καί κεῖνος νά ἔπαιρνε τό δικό μου...».

Ἀδελφέ μου, σκέπτομαι ὅτι πολλοί ἄνθρωποι θά φύγωμε ἀπό τόν κόσμο αὐτό, χωρίς ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό μας. Πῶς θά ἀντικρύσωμε ὅμως τόν Κύριό μας; Τί θά εἴπωμεν ἐνώπιόν του;

Αὐτή ἡ σκέψη μέ βασανίζει πνευματικά,ἡμέρα καί νύκτα. Πολλάκις μέ ὡδήγησε σέ γόνιμο προβληματισμό καί ξεπέρασα πολλά ἐμπόδια, τά ὁποῖα προέρχονταν εἴτε ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μου, εἴτε ἀπό τόν κόσμο.

Σκέψου καί σύ, ἄς σκεφτοῦμε ὅλοι καί ἄς ἀποφασίσουμε νά ἐκμετρήσωμε τό ζῆν ἐν ἀγάπῃ πρός τόν Θεό καί πρός τόν συνάνθρωπό μας, ὅποιος κι ἄν εἶναι αὐτός, πλούσιος ἤ πτωχός, μικρός ἤ μεγάλος, ἄνδρας ἤ γυναῖκα, Ἕλληνας ἤ ξένος, σέ ὁποιαδήποτε φυλή κι ἄν ἀνήκει.

Ἴσως ἔχεις ἀκούσει καί αὐτό πού γράφω παρά κάτω: «Ἀδελφέ μου, ἀγάπα καί κάνε ὅ,τι θέλεις...». Ἄν ἀγαπᾶς μόνο τό καλό μπορεῖς νά κάνης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: